διωκόμενοι

διωκόμενοι
διώκω
cause to run
pres part mp masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • δίκαιο — Ο όρος δ. είναι ιδιαίτερα ευρύς και χρησιμοποιείται με περισσότερες από μία σημασίες. Γενικά ο όρος δ. χρησιμοποιείται για να προσδώσει την έννοια του ορθού και του πρέποντος σε πράξεις και σε συμπεριφορές.Ως στενός νομικός όρος υπέστη εκτεταμένη …   Dictionary of Greek

  • Ισημερινή Γουινέα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ισημερινής Γουινέας Έκταση: 28.051 τ. χλμ. Πληθυσμός: 476.200 (2003) Πρωτεύουσα: Μαλάμπο (92.900 κάτ. το 2003)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με το Καμερούν και στα Α και Ν με την Γκαμπόν, ενώ βρέχεται …   Dictionary of Greek

  • Τσιγγάνοι — Πληθυσμός αρχαίας καταγωγής, που ζει ακόμα και σήμερα κατά νομαδικό τρόπο στην κεντρική και μεσογειακή Ευρώπη. Εμφανίστηκαν στην πεδιάδα του Δούναβη κατά τον 10o αι. και η προέλευσή τους είναι αντικείμενο πολλών απόψεων. Αν και δεν αποτελούν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”